Σωφρονιστήριο Κέρκυρας

xcv.jpg
Αρχές 20ου αιώνα Το νότιο τμήμα της πόλης. Διακρίνεται στο κέντρο το Σωφρονιστήριο

Όταν οι Άγγλοι επροικοδότησαν την Κέρκυραν με τα μεγαλοπρεπή ανάκτορα του Αρμοστού των, έκριναν, φαίνεται, καλόν να μη λησμονήσουν και ένα άλλο μνημείον του νεωτέρου πολιτισμού – τας φυλακάς.

Έτσι, από όλας τας επαρχιακάς φυλακάς, αι πλέον… καθώς πρέπει είναι αι φυλακαί του Σωφρονιστηρίου. Τίποτε δεν έχει παραμεληθεί: Χοντρά ντουβάρια, σκοτεινοί διάδρομοι, υγρά και ανήλια κελλιά, άγρια απομονωτήρια, μικρά προαύλια με βαριά σιδηρένια κιγκλιδώματα, η εκκλησούλα και η απαραίτητος επιγραφή εις την καμαρωτή εξώθυρα, δια της οποίας δηλούται ο σκοπός του καταστήματος: “ως το αποστρέψαι τον ασεβή από της οδού αυτού της πονηράς…”.

Πώς έπειτα απ’ όλα αυτά, να μην είναι αι πλέον commme il fault επαρχιακαί μας φυλακαί;

Το Σωφρονιστήριον εκτίσθη, αν δεν απατώμαι, περι το 1830. Καίτοι ακτινωτή η διαρρύθμισίς του, δεν είναι καθ’ αυτό ο τύπος του διαβοήτου αστερωτού συστήματος. Πέντε ολόκληρα  κτίρια, δίχως να συγκοινωνούν εσωτερικώς, είναι χωρισμένα εις δέκα ακτίνας, εκάστη των οποίων περιλαμβάνει- 23 κελλιά, τρομερά υγρά, κακώς φωτιζόμενα, δίχως κανένα σύστημα αερισμού, και ένα στενόν και ακόμη σκοτεινότερον διάδρομον ο οποίος  καταλήγει εις ένα ειδος «χόλ» συγκοινωνούντος με το προαύλιον.

Εκεί μέσα εβδομήντα εννέα κατάδικοι σήμερον, εκπροσωπούντες λίγο πολύ τα κυριώτερα- είδη των εγκλημάτων, σωφρονίζονται-κατα τους μεν, σαπίζουν και ασφυκτιούν κατά τους δε μέσα εις το ερεβος και την μολυσμένην άτμόσφαιραν όπου, αργόσχολοι ως επι το πολύ, μεταδίδουν εις συγκρατουμένους των, κατά τας μακράς ώρας της θανατερής ανίας, ότι τους έμαθε η πείρα της εγκληματικής των δράσεως, αντιστρόφως δε διδάσκονται οι ίδιοι ό,τι η ιδική των δράσις δεν έπρόφθασε να τους διδάξη.

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

“Διατί χασισοποτούν;”

Είναι ανεκδιήγητα τα ληφθέντα κατά καιρούς μέτρα εις τας αστικάς φυλακάς δια την παρεμπόδισιν λαθραίας εισαγωγής χασίς. Αλλ’ επίσης ανεκδιήγητοι είναι και αι εφευρέσεις των κρατουμένων, όσον άγρυπνος και αν είναι η επιτήρησις, όσον αυστηρά και αν γίνεται η σωματική έρευνα των επισκεπτών. Όταν λ.χ. ανεκαλύφθη ότι το χασίς εισάγεται ραμμένο εις τα πέτα καινουργών ή επιδιορθωμένων ενδυμασιών, τότε οι κρατούμενοι μεταξύ άλλων μέσων εχρησιμοποίησαν και την κενήν έσωθεν λαβήν της τσουκάλας εις την οποίαν οι συγγενείς των τούς έστελναν φαγητόν. Όταν ανεκαλύφθη και αυτό, το χασίς εισήχθη μέσα εις… κεφτέδες, ή μέσα εις το κόκκαλο του κρέατος, αφού αφηρέθη το μεδούλι.

Η εφευρετικότης έφθασε μέχρι του να εισάγεται εις τας φυλακάς το χασίς ακόμη και μέσα σε “σκαμμένα” ξυλοκάρβουνα, τα οποία αναγκαστικώς προμηθεύονται ο καφετζής ή ο ράπτης της φυλακής. Ποιος να καθίση να ψάξη ένα ένα τα κάρβουνα; Ποιος φύλαξ είναι εις θέσιν ν’ αντιληφθή ότι δια του τρυφερού φιλήματος που δίδει ανάμεσα από τα σιδερένια κάγκελα εις τον κρατούμενον κάποιος αδελφός, κάποιος εξέδελφος, μεταδίδεται από στόμα σε στόμα και ολόκληρος βόλος χασίς ή οπίου; Τι και αν ανακαλύπτωνται αυτά; Νέοι τρόποι, νέα μέσα, νέαι επινοήσεις διαδέχονται αλλήλας. Προ παντός δεν πρόκειται περί τυχαίου φαινομένου. Δια τον έγκλειστον το ναρκωτικόν καταντά μία επιτακτική ανάγκη. Ένα 50% τουλάχιστον των κρατουμένων εις την φυλακήν μέσα, έμαθαν να χασισοποτούν. Διατί χασισοποτούν; Μα… για να λησμονήσουν, για να μη βλέπουν, να μην ακούν, να μην αισθάνονται το ναυάγιον της ζωής που τους έχει ρίψει εκεί. Δια να ζουν ως να ήσαν πεθαμένοι.

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

Ενοικιάζοντες

“Δεν είναι και πολύ μακριά η ευκλεής εκείνη εποχή κατά την οποίαν οι… καθώς πρέπει “πορτοφολάδες”, οι “παντοφλάδες”, οι “λαχανάδες” κλπ., μήτε λίγο μήτε πολύ… ενοικίαζον τον ηλεκτρικόν σιδηρόδρομον ή ακόμη και τας διαφόρους γραμμάς των τραμ (Φαλήρου, Ιπποκράτους κλπ.) από κατώτερα αστυνομικά όργανα της καταδιώξεως. Αντί ωρισμένου ποσού, τα “παιδιά” της τάδε ή τάδε “ταράφας” είχαν το… “ελεύθερο” να “δουλεύουν” ανενόχλητοι από της τάδε μέχρι της τάδε ώρας. Εκτός τούτου, οι “ενοικιάζοντες” ανελάμβανον να πρεμποδίζουν τον ενδεχόμενον ανταγωνισμόν εκ μέρους άλλων “παιδιών”, μη ενοικιαστών.”

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

Παρατσούκλια

“Ο Ναύτης! Μάλιστα! Ο Ναύτης! Μη τον ζητάτε αλλιώς. Δε θα τον βρήτε. Το “παρατσούκλι” έχει θάψει το όνομα. Αυτό είναι συνηθέστατον μέσα εις την φυλακήν. Να λ.χ. ο Κολιός, ο Κασατούρας, τον οποίον σάς έχω ήδη παρουσιάσει, μήπως έμαθε ποτέ κανείς πώς αλλιώς ελέγετο; Έτσι και ο Σάλτας, ο Πόντικας, ο Τριανταμίας, ο Λαπάς, ο Ταρζάν, ο Εισαγγελέας, ο Τσαλαβούτας, ο Εγγλέζος, ο Σουείπας, ο Βυζανιάρης, ο Τρεισωματοφύλακας… και… και… “παρατσούκλια” τόσο παράξενα όσο και απρόοπτα, αν και, ομολογώ, δεν είναι τα πλέον πρωτότυπα εν σχέσει με άλλα τα οποία θα μείνουν αιωνίως άγραφα λόγω του υπερβολικού των ρεαλισμού και της αφαντάστου βωμολοχίας. Επίσης, όχι ολιγότερον παράξενα θα απαντήσωμεν όταν έλθουμε εις τας γυναικείας φυλακάς. […]

Τον φονευθέντα πατέρα του τον αποκαλεί “ο συχωρεμένος”, “ο μακαρίτης”, αντιστρόφως προς άλλους εγκληματίας φονείς οι οποίοι ομιλούντες περί του θύματός των το ονομάζουν… “ο παθών” (φυσικά “ο παθών” είναι άκλιτον: λ.χ. “του παθών”, “οι παθών” κτλ. Επίσης, δια μεν τους κλέπτας και λωποδύτας εν γένει, το θύμα είναι το… “κορόιδο”, ενώ δια τους άλλους εγκληματίας το θύμα είναι ο “νταβατζής”, δηλ. ο ενάγων).”

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

320

Ξύλο

320.jpgΈτυχε να δω άνδρας ίσαμ’ εκεί πέρα πάνω, δεμένους σε κάποιο δέντρο της αυλής της φυλακής και δερόμενους μέχρι αιματώσεως. Ετυχε να δω κρατουμένους με σάρκας μελανάς από το βούρδουλα. Προ μερικών εβδομάδων ακόμη, κάποιος κρατούμενος επαρχιακής φυλακής έγραφε ότι τον είχαν «σαπίσει στο ξύλο». Ανέφερα την καταγγελίαν όπου έπρεπε. Μου απήντησαν ξηρώς: «Κάτι θα έκαμε και θα τον έδειραν».

~ Πέτρος Πικρός, “Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας”, 1926

Πέτρος Πικρός – Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

400.jpg

επιμέλεια: Νίκος Βαρβατάκος
Εκδ. Σταμούλης Αντ., 2016

“…λιγωμένη ανατριχίλα απ’ τα φυλλώματα και τ’ αργό μουρμουρητό της θάλασσας σκεπάζουν τα κρυφαναστενάγματα, τα λόγια της αγάπης… Απαράλλαχτα όπως σκεπάζουν κι ένα άλλο αναστέναγμα, βαρύ και θλιμμένο, που βγαίνει μέσ’ απ’ τα σιδερόφραχτα παράθυρα. Βραχνός λυγμός, μακρόσυρτο κλαψιάρικο τραγούδι: ”…Μαννάκι μου, μαννάκι μου, / πονεί το κεφαλάκι μου…“. Είμεθα εις τας φυλακάς Πρεβέζης…”

Δημοσιογραφική και λογοτεχνική περιήγηση “Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας”, γραμμένη από τον πρωτοπόρο διανοούμενο της Αριστεράς του μεσοπολέμου, Πέτρο Πικρό. Κατά την τακτική του των “ζωντανών ρεπορτάζ”, βιώνει ο ίδιος την κατάσταση που περιγράφει, συναναστρέφεται με τους κρατουμένους, βλέπει με τα μάτια του την αθλιότητα των καταλυμάτων τους και διαπιστώνει τις απάνθρωπες και μεσαιωνικές συνθήκες διαβίωσής τους. Ως δημοσιογράφος αποκαλύπτει και ασκεί κριτική στα κακώς κείμενα του σωφρονιστικού συστήματος, ενώ ταυτόχρονα προτείνει την άμεση λήψη μέτρων από την πολιτεία, ώστε να σταματήσει η τραγική κατάντια των φυλακισμένων. Παράλληλα, το λογοτεχνικό αλλά και επιστημονικό του υπόβαθρο συμπληρώνει το έργο του μαχητικού δημοσιογράφου, εμπλουτίζοντας την έρευνά του με ιστορικές και λαογραφικές αναφορές και προσδίδοντάς της λυρισμό, αμεσότητα και ανθρώπινη ζεστασιά.

Η έρευνα αυτή, που παρουσιάζεται 90 χρόνια μετά την πραγματοποίησή της, αποτελεί ένα δημοσιογραφικό και ταυτόχρονα συγγραφικό σταθμό στην έως τώρα ταραχώδη ιστορική διαδρομή των φυλακών και της ποινής του εγκλεισμού. Συνιστά επίσης ένα ιστορικό ντοκουμέντο, προσφέροντας στο σημερινό αναγνωστικό κοινό μια διεισδυτική ματιά σε μια “σκοτεινή”, αθέατη πτυχή της νεοελληνικής κοινωνίας την εποχή του μεσοπολέμου.

Είναι μια δημοσιογραφική-λογοτεχνική καμπάνια του 1926 που διαβάζεται ευχάριστα και σήμερα, διατηρώντας συγχρόνως μια θαυμαστή επικαιρότητα.

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

[Πολιτεία / BiblioNet / Εφημερίδα των Συντακτών]

Επαγγελματικόν δυστύχημα

320

“Κατά την μεταπολεμικήν ιδίως περίοδον το έγκλημα έχει εξελιχθή εις πραγματικόν επάγγελμα, οπότε ο επαγγελματίας πλέον κακούργος θεωρεί την φυλάκισίν του ως ένα απλούν επαγγελματικόν δυστύχημα – όπως λ.χ. ο κτίστης που θα έπιπτε από ένα σαθρόν ικρίωμα, ο μεταλλωρύχος που θα συνήντα εκρηκτικά αέρια, ο ραδιολόγος που θα προσεβάλλετο από ραδιοδερμίτιδα κλπ.

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

Ο τσιρίμπασης

Προ παντός άλλου θέλω να έλθω εις επαφήν με τον “τσρίμπασην”, ακόμη δε και με τους “νταήδες” της φυλακής. Ο “τσιρίμπασης”, ο “νταής”, να δύο εξέχουσαι φυσιογνωμίαι. Τίτλος, αξίωμα, εξουσία: “Γενικός Τσιρίμπασης”. Το πρόσωπον αυτό είναι ο ουσιαστικός, ο πραγματικός κυβερνήτης της “πιάτσας”.

Αλλά δια να έχωμεν μίαν ιδέαν περί του προσώπου αυτού, ανάγκη να κατατάξουμε πρώτα την “πιάτσα”, δηλαδή την κοινωνίαν της φυλακής. Ριγμένοι, παρά την θέλησίν των μέσα εις έναν περιωρισμένον χώρον, άνθρωποι άγνωστοι και αδιάφοροι π εις προς τον άλλον, εξηναγκασμένοι εις την κοινήν συμβίωσην, είναι φυσικόν να απαρτίζουν εκεί μέσα την μικράν των κοινωνίαν. Η κοινωνία αυτή, όπως κάθε κοινωνία, έχει σαφώς καθωρισμένας βάσεις, τους οικονομικούς όρους και τας υλικάς συνθήκας υπό τας οποίας ζουν τα άτομα που την απαρτίζουν. Έτσι, μοιραίως τα άτομα, αναλόγως των πόρων της ζωής των, απαρτίζουν πραγματικάς τάξεις μέσα εις την φυλακήν. Εκεί θα απαντήσετε τους “νταήδες” (ένα είδος χωροδεσπότες), τους “νταραβεριτζήδες” (τους επιχειρηματίας), τα “φτωχουδάκια” (τους μισθοδούλους) και, κατερχόμενοι την κοινωνικήν κλίμακαν, αφού γνωρίσετε τον τύπον του υπηρέτου, θα συναντήσετε τέλος την θλιβεράν φυσιογνωμίαν του “αποφάγια” και του επαίτου της φυλακής. Προσθέστε εις αυτά τους τοκογλύφους, τους βιοτέχνας, τους κομματάρχας κλπ. και θα έχετε λίγο ή πολύ την εικόνα της μικράς αυτής κοινωνίας. Αλλά αι ταξικαί διακρίσεις δεν σταματούν μέχρις εδώ. Το κοινωνικόν αυτό πλάισον έχει και το περιθώριόν του, τα αποβράσματά του, τους “εκτός νόμου”. Επειδή η “κοινωνία” αυτή έχει ιδικά της ήθη και έθιμα, ιδικάς της αντιλήψεις (ιδίαν αντίληψην τιμής, ηθικής, σεβασμού, υπολήψεως κλπ.), έχει και την ιδικήν της νομοθεσίαν, εντελώς άσχετον του κανονισμού που επιβάλλει η διοίκησις, νομοθεσίαν άγραφον, σιωπηράν ως επί το πλείστον. Εν τούτοις όμως, άτεγκτον και αδυσώπητον. Οι παραβάται της νομοθεσίας αυτής, οι άνθρωποι “δίχως χαρακτήρα” (”η χαρακτήρα” – γένους θηλυκού), οι “ασύδοτοι” (”ασύδοτος” εις την αργκό σημαίνει ανήθικος), οι “δίχως μπέσα”, οι “σεντζαφέντε”, τέλος οι … (ένα χυδαίον προσδιοριστικόν που εξαντλεί την έννοιαν της περιφρονήσεως), όλοι αυτοί απαρτίζουν την τάξιν των αλητών, των ατίμων, των εστερημένων ηθικής υποστάσεως.

Ο εκβιαστής, ο απατεών, ο διαρρήκτης, ο φονεύς, ο δολοφόνος, ο διακορευτής, ο ληστής, ο σωματέμπορος κτλ., επίλεκτα ως επί το πολύ μέλη της μικράς αυτής κοινωνίας, κοιτάζουν όχι μόνον από περιωπής τους “τιποτένιους”, είναι όχι μόνον ζηλωταί του προνομίου των (λίγο πολύ όπως θα ήτο ένας βαρόνος, ένας δουξ, εις περασμένας εποχάς), όχι μόνον εκτιμώνται ή μισούνται μεταξύ των αναλόγως συμφερόντων των, αλλά και διεξάγουν αλύπητον πόλεμον εναντίον οιουδήποτε παραβάτου των ηθών και εθίμων και της εν γένει κρατούσης νομοθεσίας.

Επάνω απ’ όλα αυτά, η “επιβλητική” φυσιογνωμία του “Γενικού Τσιρίμπαση”, δηλ. η εκτελεστική εξουσία, η οποία εις περιπτώσεις μη προβλεπομένας υπό της κειμένης νομοθεσίας είναι ταυτοχρόνως και εξουσία νομοθετική και συνταγματική, συγκεντρωμένη εις ένα και μόνον πρόσωπον με βοηθούς (υπουργούς ως να ελέγαμε) τους διαφόρους “νταήδες”. Πώς ένας τσιρίμπασης κατακτά το ύπατον αυτό αξίωμα; Αρκεί άραγε να είναι απλώς και μόνον στιβαρός και χειροδύναμος; Κάθε άλλο. Όσο χειροδύναμος και αν είναι ένας άνθρωπος, δεν είναι δυνατόν ποτέ δια της απλής παρουσίας του να κατευνάζη τους εξαγριωμένους, να προλαμβάνη ρήξεις, να αποφαίνεται τελεσιδίκως επό διαφορών (μάλιστα όταν πρόκειται περί διαφοράς παιχνιδιών), να κυβερνά τέλος ολόκληρον έναν κόσμον – και τι κόσμον!… Δυστυχώς, θα μου εχρειάζοντο στήλαι ολόκληροι αν επρόκειτο να επιχειρήσω, εδώ τουλάχιστον, μίαν τέτοιου είδους ψυχογραφικήν έρευναν. Αρκούμαι να προσθέσω μόνον δύο τινά. Αντιμέτωπος του πρωτοτύπου “δικτάτορος”, σοβεί διαρκώς μια συστηματική αντιπολίτευσις. Είναι δύσκολον να κατακτήση κανείς το ύπατον αυτό αξίωμα, αλλά πολύ δυσκολώτερον να το διατηρήση. Τέλος, ο εκ των ων ουκ άνευ όρος της διατηρήσεως του αξιώματος είναι ότι ο τσιρίμπασης δεν πρέπει να δώση και υπονοίας ότι έρχεται εις συμβιβασμούς με την διοίκησιν των φυλακών. Αυτό δεν σημαίνει ότι “πιάνεται” διαρκώς με τη διοίκησιν. Ο μόνος συμβιβασμός μεταξύ αυτού και της διοικήσεως είναι η σιωπηρά σύμβασις ανοχής μεταξύ των δύο συμβαλλομένων. Ο τσιρίμπασης θα αποφύγη κάθε παρατήρησιν εκ μέρους της διοικήσεως διά της ευπρεπούς του εν γένει στάσεως. Αντιστρόφως, μόνον ανόητοι και επιπόλαιοι διευθυνταί ή αρχιφύλακες ετόλμησαν να ανοίξουν φανερόν πόλεμον προς τον “ύπατον” κυβερνήτην της “πιάτσας”.

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας

Το γραμματόσημο στην κυρα-Μαρία

“Θα αναφέρω αλλού παλαιούς “ισοβιώτας”, ακόμη δε και πρώην καταδίκους εις θάνατον, οι οποίοι εκτελούν διαφόρους υπηρεσίας έξω των φυλακών με απλήν συντροφίαν ενός αόπλου φύλακος, ακόμα δε και μόνοι των, και επανέρχοντο ήσυχα ήσυχα εις τας φυλακάς των. Μπορώ ακόμη να βεβαιώσω ότι, όχι πλέον ως απλούς επισκέπτης, παρετήρησα πώς δεν είναι διόλου “ευπρεπές” να δεικνύει καν διαθέσεις όπως “δώση το γραμματόσημο στην κυρα-Μαρία” (έκφρασις εις την ελληνικήν αργκό, δια της οποίας υπονοείται η απόδρασις).”

~ Πέτρος Πικρός, Εις τα άδυτα και τα ερέβη των φυλακών μας