“The world of the hajduks”. Bandit subcultures in 19th century Romania and their balladry

asdf.jpg
“Portrait of hajduk Radu Anghel” (1864) by Mişu Popp – National Museum of Romanian History

by Bogdan Vlad Vătavu

Summary: Banditry in 19th century Romania, as in all early modern societies, is quite a frequent phenomenon. Traditionally called hajduks, the men that resorted to robbery in the era, are the subject of various historical accounts but also of a rather rich popular culture, especially in the form of folk balladry that celebrates their exploits. Usually analyzed in ‘class struggle’ terms by most Romanian historians and folklorists, these popular ballads should rather be regarded as indicators of a delinquent subculture (or subcultures). The main assumption of this hypothesis, based on subcultural theories developed by criminologists in the past century, is that such subcultures elaborate distinct lifeways that celebrate, justify and encourage delinquent behavior. Hajduk balladry is thus a manifestation of such a subculture.

 

Keywords: social bandits, hajduks, subculture, popular culture, ballads, folksongs.

Το κλέφτικο τραγούδι

[Στάθης Δαμιανάκος, «Ακαδημαϊκή λαογραφία και αγροτική κοινωνία», στο Παράδοση ανταρσίας και λαϊκός πολιτισμός, εκδ. Πλέθρον, 1987]

paradosi_antarsias_0

Τα τραγούδια αυτά της παρανομίας, φλογερά εγκώμια στην παλικαριά και την ατομική ευψυχία του ορεσίβιου αγρότη, που δεν υποτάσσεται στην εγκαθιδρυμένη τάξη πραγμάτων και ορθώνεται ενάντια στην καταπίεση του ισχυρού τοπάρχη, αδιάφορο αν ο τελευταίος αυτός είναι Τούρκος, Έλληνας, ή Αλβανός, δεν αντικατοπτρίζουν, σύμφωνα με την κρατούσα λαογραφική άποψη, παρά «την πάλη μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων» που αναπτύσσεται «μετά την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως». (Κυριακίδης 1965:93)

Η ανιστορική λαογραφική αντίληψη γίνεται εδώ καθαρή συσκότιση της Ιστορίας. Το καθιερωμένο λαογραφικό πρότυπο για τον κλέφτη, βλέπει στο πρόσωπο του τελευταίου ένα άτομο ξέχωρο από τους κοινούς θνητούς, έναν ήρωα που, παρακινημένος από ισχυρό πατριωτικό αίσθημα, αποφασίζει να εγκαταλείψει τη ζωή του σκλάβου απέναντι στον Τούρκο κατακτητή και να αναλάβει αγώνα εθνικής απελευθέρωσης. Έλληνας βέβαια και μάλιστα με βαθιές ρίζες, ο κλέφτης ζει πάνω σε απόρθητα ορεινά λημέρια όπου ασκείται καθημερινά στο πήδημα και στο λιθάρι ζωντανεύοντας έτσι τις αθλητικές παραδόσεις των αρχαίων Σπαρτιατών και, αν συμβαίνει ίσως να επιδίδεται πού και πού στη ληστεία, η δράση του αυτή στρέφεται αποκλειστικά ενάντια στους πλούσιους Τούρκους. Όμως, δεν πρόκειται φυσικά για έναν «κλέφτη» στην κοινή αποδοχή του όρου, αλλιώς πώς θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι η διαφύλαξη της εθνικής αξιοπρέπειας υπήρξε, για τόσους αιώνες, υπόθεση κοινών ληστών;

Κατά συνέπεια, ο ιδαίτερος εκείνος κώδικας τιμής του κλέφτη, που παραπέμπει στην κοινωνική υπόσταση των εκτός νόμου της προκαπιταλιστικής κοινωνίας, όπως και στη μακραίωνη παράδοση της ληστείας στη Βαλκανική Χερσόνησο και τη Μικρά Ασία, θα αποσιωπηθεί εντελώς, αφού βρίσκεται σε ριζική αντίθεση με τις κρατούσες κοινωνικές αξίες, με τον ίδιο τρόπο που και η λέξη «κλέφτης» (με μια από εκείνες τις σημασιολογικές αντιστροφές των οποίων οι ιδεολογικοί μηχανισμοί της ελληνικής ιστοριογραφίας και λαογραφίας κατέχουν το μυστικό) θα απογυμνωθεί εντελώς από το αρχικό εννοιολογικό της περιεχόμενο.

Continue reading “Το κλέφτικο τραγούδι”