“Βρισκόμαστε στην δεκαετία του 50. Η Ελλάδα προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της μετά τον εμφύλιο σπαραγμό και κάποιοι σκηνοθέτες αποφασίζουν να σκεφτούν και να πράξουν κινηματογραφικά. Ο Ελληνικός κινηματογράφος ζει την περίοδο του ερασιτεχνισμού, αυτοαναφέρεται στον ιστορικό χώρο που τον δημιουργεί και ταυτόχρονα επηρεάζεται από δυτικοευρωπαίους και αμερικάνους κινηματογραφιστές. Κάτω από την προληπτική και κατασταλτική λογοκρισία, η φιλμογραφική πραγματικότητα αναπαριστά υπαινισσόμενες εικόνες της λαϊκής μνήμης. Ξεπερνώντας την κοινοτυπία, το βουκολικό δράμα, το κωμειδύλλιο, την φαρσοκωμωδία και το μελόδραμα, ο πολιτικός-εικαστικός κινηματογραφιστής, Νίκος Κούνδουρος, έρχεται να ταράξει τα νερά στη φιλμογραφία προτείνοντας μία νέα κινηματογραφική αφήγηση, μια ταινία ελληνική, επηρεασμένη από τον ιταλικό νεορεαλισμό, το αμερικανικό φιλμ νουάρ και τον γερμανικό εξπρεσιονισμό.
Η κινηματογραφική αποτύπωση της μιζέριας και της κοινωνικής σαπίλας θα ενοχλήσει κοινό και κριτικούς που προτιμούν να προβάλλουν μια Ελλάδα ξέγνοιαστη, του λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου και όχι του λούμπεν προλεταριάτου.”
[συνέχεια: Ιωάννης Παπακώστας, Ο Δράκος του Κούνδουρου. Μια σημαίνουσα παρέκκλιση στον ελληνικό κινηματογράφο (Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2015)]
Δες και:
- Νικόλας Γανιάρης, Ο «Δράκος» του Κούνδουρου: μία σύγχρονη ταινία / The Art of Crime #2 (2017)
- Γιάννης Σολδάτος, Ο Δράκος (1956) / Οδύσσειες σωμάτων στο έργο του Νικου Κούνδουρου (Αιγόκερως, 2008)
- Ταινιοθήκης της Ελλάδος | Βικιπαίδεια | IMDB