Ντίνος Χριστιανόπουλος, «Γεντί-Κουλέ»

Πολλά τραγούδια ήξερα για το Γεντί-Κουλέ
και σα φαρμάκι έσταζε η πίκρα τους βαθιά μου,
μα πού να φανταζόμουνα πως κάποτε κι εσέ,
κλεισμένο μέσα στο Γεντί, θα σ’ έκλαιγε η καρδιά μου.

Τα τόσα σου τα όνειρα κι η λαγνα σου ψυχή
δε βρήκανε χειρότερο κιβούρι να θαφτούνε.
Θάφτηκε κι η αγάπη μας μαζί σου στο Γεντί.
Τι άλλες, Θε μου, συμφορές ακόμα θα μας βρούνε;

Στο κάθε επισκεπτήριο μού καίγεται η ψυχή
τις αλυσίδες βλέποντας να σέρνεις τσακισμένος
και κάθομαι και σκέφτομαι: μια κι έφταιξες εσύ,
γιατί να είμαι τότε εγώ ο πιο δυστυχισμένος;

Μες στο Γεντί σε θάψανε
και μένα με ρημάξανε.

~ Ντίνος Χριστιανόπουλος, Το αιώνιο παράπονο, τραγούδια. Εκδόσεις Διαγωνίου, Θεσσαλονίκη 1986

 

Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής μας γλώσσας

ΓΙΩΡΓΟΣ Β. ΚΑΤΟΣ, ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΘΩΡΙΑΚΗΣ ΜΑΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

“Μέσα στις 50.000 περίπου λέξεις και φράσεις και στις 250.000 σημασίες περιλαμβάνονται η γλώσσα της λαϊκής – της αργκό – των μηχανόβιων – των ναρκωτικών – της φυλακής – του χαρτοπαιγνίου – του ποδοσφαίρου – του αθλητισμού – του στρατού – των ναυτικών – του καφενείου – των εργατών – των νηπίων – των εφημερίδων – της τηλεόρασης – της νεοαργκό που αποτελεί τη γλώσσα της νεολαίας και ιδίως, λέξεις και φράσεις της καθημερινής μας ζωής.”

“Με πλούσια πείρα ζωής και τεράστια γνώση της ζωντανής γλώσσας μας, ο λογοτέχνης Γιώργος Β. Κάτος καταπιάστηκε να συντάξει ένα μεγάλο λεξικό της λαϊκής μας γλώσσας. Το λεξικό αυτό τον απασχόλησε σαράντα τόσα χρόνια, και σ’ αυτό το διάστημα ο Κάτος γέμισε χιλιάδες πακέτα τσιγάρων, όπου έγραφε πρόχειρα ό,τι του ’ρχονταν στο νου κι ό,τι άρπαζε τ’ αυτί του· γενικά, όλη αυτή η προσπάθεια έγινε και ολοκληρώθηκε με αφάνταστη ένταση, μεράκι και πάθος. Ένα τέτοιο έργο είχαμε να δούμε από την εποχή του Βοσταντζόγλου. Βέβαια, στο παρελθόν υπήρξαν και μερικά άλλα παρόμοια λεξικά, όπως το «Λεξικό της πιάτσας» του Βρασίδα Καπετανάκη (1950), το «Λεξικό της Λαϊκής» του Κ. Δαγκίτση (1967), «Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις» του Τάκη Νατσούλη (1972), το «Λεξικό της πιάτσας» του Α. Κολτσίδα (1978) και το «Λεξικό της πιάτσας» του Ζάχου (1981). Όλα αυτά τα υπερφαλαγγίζει το λεξικό του Κάτου, που είναι πιο μεγάλο και πιο αυθεντικό, γιατί ο Κάτος ούτε αντέγραψε (θα έλεγα το αντίθετο: εμπνεύστηκε) ούτε αντιμετώπισε το θέμα του σαν διανοούμενος ή γλωσσολόγος. Αντίθετα, σαν το μυρμήγκι μάζεψε μια-μια τις λέξεις και τις φράσεις αποθησαυρίζοντας μέρα με τη μέρα ένα πλούσιο υλικό απευθείας από το στόμα του λαού.”.

~ Ντίνος Χριστιανόπουλος